Τότε στα παιδικά μου μάτια όλα ήταν ωραία, όλα μπερδεύονταν στην μνήμη μου, ιστορίες αληθινές με παραμύθια. Πού να καταλάβει ένα παιδί το νόημα, πού να καταλάβει ένα παιδί τον μεγάλο πόνο της προσφυγιάς. Τα πάντα στη σκέψη του είναι γύρω από το παιχνίδι την αγκαλιά και το παραμύθι. Αλήθεια, μύθος ή ιστορία αναρωτιόμουν σαν άκουγα την μητέρα μου να μου διηγείται ιστορίες. Έκλαιγα μαζί της γελούσα μαζί της μα δεν καταλάβαινα το βάθος αυτής της διήγησης, ρωτούσα ότι μου έκανε τρομερή εντύπωση, πίστευα ότι ήταν παραμύθι, δεν ήξερα τι είναι πόλεμος, προσφυγιά, πείνα, ξεριζωμός.
Τον ξεριζωμό τον παρομοίαζα με τα αγριόχορτα που βγάζαμε από τον κήπο, την φωτιά, με την φωτιά του κλειδώνα του Άη Γιάννη, τον πόλεμο με το κρυφτό και το κυνηγητό τότε κλέφτες και αστυνόμοι που έπαιζα, την πείνα με την νηστεία του Πάσχα. Η προσφυγιά ήταν λέξη άγνωστη για μένα. (Απόσπασμα από την έκδοση)
Συγγραφέας: ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗ-ΛΙΒΑΝΙΟΥ ΕΥΦΡΟΣΥΝΗ
|